Τρίτη 31 Αυγούστου 2021

ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΒΥΖΑΝΤΙΝΩΝ





ΤΑ ΒΥΖΑΝΤΙΝΑ
ΤΗΣ ΕΥΒΟΙΑΣ
Ν. ΑΛΕΞΙΟΥ

                                Η ΑΞΙΟΛΟΓΗΣΗ ΤΟΥΣ

΄Υστερα από το στοιχειώδη κατατοπισμό που
μας παρουσίασε μια γενική εικόνα του
Τοιχογραφίες απο την Παλιοπαναγιά Στενήε
ποσοτικού πλούτου των Εκκλησιαστικών Μνημείων του Νομού Ευβοίας, μπορούμε να προχωρήσουμε σε κάποιας μορφής αξιολόγησή τους. Για να νιώσουμε τη σημασία των άφωνων αυτών μαρτυριών του παρελθόντος αναγκαστικά θα υποστούμε μια ιστορική και ψυχική μεταφορά.
ΠΑΛΙΟΠΑΝΑΓΙΑ ΣΤΕΝΗΣ


Το ένδυμα της καθημερινότητος, της κοινής οράσεως, είναι
τεράστιο εμπόδιο για την είσοδό μας στο άβατο της τέχνης. Για να σταθούμε άξιοι να περιδιαβάσουμε την μεγαλωσύνη των περασμένων αιώνων, να γίνομε μύσται της ασύλληπτης λυτρωτικής ενέργειας της Τέχνης, πρέπει να φορέσουμε τον αερικό μανδύα της ρέμβης και των οραμάτων.

Τοιχογραφία Μονή Γέροντος

Μόνο με αυτή τη ψυχική προπαρασκευή, με το να αποχωρισθούμε απ’ το αγοραίο εγώ μας, μπορούμε να συλλάβουμε την αίσθηση της ζωής που ενείχε το μακρυνό μας συνάνθρωπο, και να αισθανθούμε σύγχρονα τη περιφάνεια για τα περασμένα μας. Και τιμώντας τα περασμένα μας μπορούμε νάμαστε βέβαιοι πως θα υπηρετήσωμε το
σήμερα και θα προετοιμάσουμε τις ευνοϊκές συνθήκες του αύριο.
Δεν αρκεί η αναδρομή στο παρελθόν. Η μνημειακή ζωή δε είναι μια μίμηση αλλά μια παρότρυνση της σημερινής πνευματικής μας παρουσίας.
Κάποιες ανεύθυνες προκαταλήψεις και μια διαστρεβλωμένη καλλιτεχνική αγωγή, εμπόδιζε μέχρι τα τελευταία χρόνια να χαρούμε την αισθητική απόλαυση της Τέχνης της Ελληνικής
Ορθοδοξίας, ίσως να γεννήθηκε σκόπιμο από τη Δυτική Εκκλησία, η αντίληψη ότι τίποτε το αξιόλογο δεν υπάρχει στη Βυζαντινή Τέχνη, ίσως κι από άγνοια των ερευνητών αφού οι πρώτοι ερευνηταί ανήκαν στο Δυτικό κόσμο. Η συνήθης και τρέχουσα καλλιτεχνική μας αγωγή εβασίζετο στο βαθμό που το έργο
τέχνης δίνει τη ψευδαίσθηση του αληθινού, του πραγματικού, του απτού αντικειμενικού κόσμου. ΄Αρτιο εθεωρείτο το έργο τέχνης, κατά το βαθμό που εμιμείτο τη πραγματικότητα. Και σαν πρότυπα της τέτοιας αγωγής μας είχαμε τη Τέχνη του Αρχαίου Ελληνικού Κόσμου που εισήγαγε το στοιχείο της πλαστικότητας στην Γλυπτική και τη Τέχνη της Αναγέννησης, που με την πλαστικότητα και τη προοπτική, δημιούργησε τον τρισδιάστατο χώρο, και επομένως επιδίωξε τη πιστότητα του αντικειμενικού κόσμου.
  Η Βυζαντινή, ως τόσο εκκλησιαστική Τέχνη ευαγγελίζεται ένα ιδιόρυθμο και εκπληκτικό καλλιτεχνικό πιστεύω. Ο μακρινός μας πρόγονος, ο θρησκευόμενος γενικά άνθρωπος της απόμακρης εκείνης εποχής, δεν έχει καμιά διάθεση να μιμηθή και ν’ αποδώση παραστατικά τον εξωτερικό κόσμο. Η φυσική και κοινωνική πραγματικότητα δεν είχε γι’ αυτόν κανένα βαθύτερο ενδιαφέρον.
Κυρίαρχο και βασικό του μέλημα ήταν η σκέψη της “επέκεινα” ζωής, η προπαρασκευή και η αγωνία της “μεταθανάτιας ζωής”. ΄Ολες οι ιστορικές συνθήκες, αρρώστιες, κατατρεγμοί, πόλεμοι, λιμοί, κουρσέματα, πείθουν πως η καθημερινότητα, η επίγεια ζωή είναι κοιλάς οδύνης και δακρύων, προπαρασκευή για τη μεταθανάτια ύπαρξη, την αδιασάλευτη και “τετελειωμένη”. Κι’ αυτή την βαθύτερη πίστη της δεν μπορούσαν να την εκφράσουν με την πεζότητα του υπαρκτού.
Η αίσθηση της υπάρξεώς τους είναι οπτασία ψυχής, και οι οπτασίες έχουν ανάγκη ειδικών τρόπων εκφράσεως. Και η εκφραστική αυτή ενέργεια, δηλαδή η Τέχνη είναι η υλοποίησις της ψυχής, ο απόηχος μιας θεικής ιδέας. Και για να αξιοθούμε μιας τέτοιας αποκαλύψεως θεικής, πρέπει να ασκήσωμε τη ψυχή με την ενόραση του εσωτερικού μας κόσμου, τόσο ίσως η ιδέα μας χρησιμοποιήσει σαν όργανο έκφρασης της. Δεν είναι οι αγιογράφοι που φιλοτεχνούν την εκκλησιαστική ζωγραφική, οι ταπεινοί αυτοί πιστοί μόνον το χέρι τους, την κίνηση, προσφέρουν στην ιδέα. Γι’ αυτό δεν τολμούν να υπογράφουν τα δημιουργήματα της. Περιορίζονται ν’ αναφέ
ρουν “χειρ Νικοδήμου ιερομονάχου αναχωρητού της Ιεράς Μονής Καταράκτου εποίει”.



Το θεικό λοιπόν πνεύμα καθοδηγεί τη Τέχνη της Ορθοδοξίας που με τα χρωματικά του και γραμμικά σύμβολα αφήνει να ηχήση το θρόϊσμα των υπερκόσμιων κόσμων. Τούτη η ιδεαλιστική κι’ εξωκοσμική Τέχνη των οραμάτων, των εκτάσεων, συνεκροτήθη με μια χιλιόχρονη επεξεργασία, σ’ ένα κολοσιαίο καλλιτεχνικό οικοδόμημα. Κατέγραψε μια περίλαμπρη σελίδα στην ιστορία του πολιτισμού με τη γόνιμη μορφοποίηση της φαντασίας, με το άνοιγμα των δρόμων της υποκειμενικής Τέχνης, με την εκπληκτική τεχνική της αρτιότητα. Μάκραιναν και πνευματοποίησαν τα εικονιζόμενα πρόσωπα,
                                                                                     


Τοιχογραφία Παλιοπαναγιά  Στενής 


αδυνάτισαν τα κορμιά, βαθούλωσαν τα μάτια, τροποποίησαν και παρεμόρφωσαν τον
υπαρκτό άνθρωπο, για να συμβολίσουν δι’ αυτού το Θεό και τους αγίους. Πάντα απόκοσμες μορφές, τιτανικές ψυχές που συγκλονίζονται και καίγονται σαν
λαμπάδες, στην έκταση του οράματος της μεταθανάτιας ζωής. Ασκητικές υπάρξεις που ασκούνται ν’ αποβάλουν κάθε γήινη αδυναμία, να υψωθούν πάνω από τις ανάγκες του πρόσκαιρου βίου.
Ακόμη η Βυζαντινή τέχνη ετόλμησε την απεικόνιση του ανωτάτου “Οντος”, ήρεμα, αιώνιο, αδιατάραχτο, άρχονο και άτοπο, (γιαυτό θέτουν το χρυσό ουδέτερα φόντο), αγαθό και δίκαιο, μέσα στο απροσμέτρητο πνευματικό του κάλλος. Αυτή ήταν η συγκινητική ανάγκη των συνανθρώπων μας, ένα τέτοιο υπερκόσμιο Ον γι αυτές τις ιδιότητες ικανοποίησε τους πιο τολμηρούς τους πόθους ζωής.
Σ αυτό το Θεό τους εμπιστεύθηκαν ζωή τους, πιστεύοντας την Παρουσία του υπέμειναν καρτερικά τις πίκρες του κόσμου τούτου και ατομικά και εθνικά τους ατυχήματα. Κάτω απ αυτές τις αισθητικές μορφές α απλοί άνθρωποι σφυρηλάτησαν την καρτερία και την υπομονή. Του εμπιστεύθηκαν τη χαρά και τη λύπη τους, τις ανατάσεις και τις προσμονές τους, τις περιπέτειες του γένους τα σταματήματα και τα ξεκινήματα. ΄Ολες αυτές τις καταστάσεις τις βρίσκομε καταχωρημένες, σαν σε χρονογραφικούς δέλτους. πάνω στις τοιχογραφίες των μνημείων της Εύβοιας.
Ν. ΑΛΕΞΙΟΥ
* Απόσπασμα από διάλεξη του, που δόθηκε στην Κύμη στις 5/6/60 με πρωτοβουλία της Εταιρίας Ευβοϊκών Σπουδών.
Η Κοίμηση της Θεοτόκου.Παλιοπαναγιά


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.