Α.—ΥΠΟΣΚΑΦΟΙ
1) Σπήλαιο-Ναός Α'.— Πολιτικά
Το χωριό.
Τα Πολιτικά σε απόσταση 26 χιλ. από τη Χαλκίδα, είναι χωριό γνωστό από την αρχαιότητα και με άνθιση στους βυζαντινούς χρόνους. Είναι προικισμένο με μνημεία, όπως ο Ενετικός πύργος, μέσα στο χωριό, και το ερείπιο τής εκκλησιάς του Αγίου Ιωάννου, πού μπορούμε και σήμερα να δούμε μεγάλα κομμάτια από την τοιχοποιία του, καθώς και διάφορα γλυπτά αρχιτεκτονικά μέλη μαρμάρινα, πού βρίσκονται πεταμένα ανάμεσα στα ερείπια του. Λίγο βορινά το χωριού είναι το Μοναστήρι τής Παναγίας τής Περιβλέπτου με τις θαυμάσιες τοιχογραφίες και το μαρμάρινο γλυπτό και επιζωγραφισμένο τέμπλο, καθώς και το δάπεδο με το ψηφιδωτό βυζαντινό πενταόμφαλο.
Μια τέχνη ξεχωριστή διακρίνει τα γλυπτά πού είναι πάνω στους τοίχους του Καθολικού τής Μονής, καθώς και τα μαρμάρινα γλυπτά θωράκια του τέμπλου. Για αυτά ο Αν. Ορλάνδος (1937) γράφει ότι έχουνε μεταφερθεί εκεί από το ερειπωμένο εκκλησάκι του Αγίου Ιωάννου. Ή Σπηλιά. Ακριβώς έξω από τον περίβολο τής Μονής, δύο δρόμοι παράλληλοι, ο ένας εγκαταλειμμένος πια, οδηγούν προς το εκκλησάκι του Αγίου Παντελεήμονα, πού είναι χτισμένο μέσα στη μεγάλη ρεματιά, πού αρχίζει από την τοποθεσία Άγιος, στην αρχή τής Β. Εύβοιας και τελειώνει στα Πολιτικά. Όταν σταθούμε στο σημείο του δρόμου, πού χαμηλότερα είναι το εκκλησάκι του Αγίου Παντελεήμονα, μπορούμε να δούμε ψηλά, στην απέναντι απόκρημνη πλαγιά τής ρεματιάς, την είσοδο τής σπηλιάς του Μαρμαρά πού ερευνήσαμε και μελετήσαμε στις 22 Φεβρουαρίου 1976. Κατεβαίνοντας προς τη ρεματιά συναντάμε μονοπάτι, πού μας οδηγεί προς την Α. Αφού περάσουμε ένα τελείως απόκρημνο κομμάτι, οπού είναι μιά μικρή κοιλότητα, πρέπει να προσέξουμε για να μπορέσουμε να βρούμε, τα κολλητά στον κάθετο βράχο, λαξευμένα σκαλοπάτια, τα όποια είναι δέκα συνολικά και μας οδηγούνε στη μεγάλη λαξευμένη είσοδο τής σπηλιάς, πού είναι σε υψόμετρο 110 μ. Σπηλαιογένεση. Εξετάζοντας τη σπηλιά από άποψη σπηλαιογένεσης μπορούμε να εκφράσουμε μία απορία. .Ότι δεν υπάρχει κανένα στοιχείο προΰπαρξης νερού ή έστω σταγονορροής μέσα σ' αυτήν.
Η εύκολη και σε μεγάλη ποσότητα εναπόθεση αλάτων ασβεστίου στο τελευταίο τούτο σημείο της ρεματιάς, όπως αποδείχνεται και με τη μεγάλη εναπόθεση αλάτων και περιασβέστωση όλων των φυτικών υλικών τον Απρίλιο— Μάιο του 1978, μπορεί να μας οδηγήσει στο συμπέρασμα ότι ή δημιουργία της σπηλιάς έγινε από επιφανειακό κύλισμα νερού. Και να ή σκέψη μας. Η οροφή της σπηλιάς είναι συμπαγής ασβεστολιθικός βράχος, καθώς και ο Δ. τοίχος της. Κάποτε αυτοί αποτελούσαν ένα φυσικό σκέπαστρο καλυμμένο από θάμνους. Το νερό έκανε μια τεράστια διαδρομή μέσα από ασβεστόλιθους και έφτανε μέχρι εδώ πολύ πλούσιο σε περιεκτικότητα αλάτων ασβεστίου. Στη συνέχεια κυλούσε πάνω από το βράχο - σκέπαστρο και άφηνε τα άλατα του ασβεστίου πάνω στα κλαδιά των θάμνων. Έτσι διαρκώς αυξανότανε το προς τα κάτω μήκος των στερεοποιούμενων απ’ την περιασβέστωση φυτικών υλικών, με αποτέλεσμα να κλείσει το χώρο του σκέπαστρου και να το μεταβάλει σε σπηλιά. Αυτό μας το αποδείχνει και ή πριν από τα λαξευμένα σκαλοπάτια μικρή κοιλότητα, πού διαρκώς κλείνει το άνοιγμα της, από τα στερεοποιούμενα με τα άλατα κλαδιά των θάμνων, πού σαν παραπέτασμα κλείνουνε τα ψηλότερα σημεία του ανοίγματος της. Ακόμα και σε άλλες δύο μικρές σπηλιές προς τα Α. αυτής, το "Άντρο του Νιδάμ και τη Σπηλιά των Διψασμένων, Όπως τις ονομάσαμε μία και δεν είχανε όνομα, και πού ερευνήσαμε στις 4 Ιουνίου 1978, είναι καταφανής ή περιασβέστωση των φυτικών υλικών. Γενικά δε πολύ μεγάλο μέρος των πετρωμάτων αυτής της πλευράς της ρεματιάς αποτελούνται από φυτικά υλικά περιασβεστωμένα και συνενωμένα από τα άλατα του ασβεστίου, πού πλούσια κατεβάζει το νερό. Δηλαδή αν το νερό ήτανε από θερμοπηγές θά μπορούσαμε νά ποΰμε δτι πρόκειται γιά τραβερτίνη. Μέσα στή σπηλιά δεν υπάρχει το παραμικρό δείγμα σταλαχτιτικού υλικού και λόγω της τέλειας έλλειψης υγρασίας και της αρκετής φωτεινότητας δεν ζούνε εκεί σπηλαιόβια έντομα. Αυτά πού στη φωτογραφία φαίνονται σαν σταλαχτίτες είναι περιασβεστωμένα και απολιθωμένα, πλέον, φυτικά υλικά. Ας την περιγράψουμε όμως λεπτομερέστερα. Τα δέκα σκαλοπάτια, κάνοντας στη διαδρομή τους γωνία σχεδόν 90°,μας οδηγούνε στην είσοδο. Ασφαλώς ή είσοδος θα ήτανε κάποτε μικρή και άλλου σχήματος. Ό Αναχωρητής Μοναχός πού ανακάλυψε τη σπηλιά άρχισε σιγά - σιγά να αφαιρεί μάζα από το εύθρυπτο υλικό και να φτιάχνει τη μεγάλη, 1,70 μ. ύψος με 0,70 μ. άνοιγμα και με ένα μέτρο πάχος τοίχου, είσοδο στην οποία έδωσε καμαρωτό σχήμα. Ό μεγαλύτερος άξονας της σπηλιάς έχει κατεύθυνση από Α. προς Δ. Όταν μπούμε μέσα στη σπηλιά παρατηρούμε ότι ο Β. τοίχος και το συνεχόμενο μ' αυτόν, σε γωνία ΒΔ πρώτο τμήμα, δεν έχουνε κανένα σημάδι αφαιρετικής εργασίας. Τα περισσότερα σκαλίσματα είναι στο Δ. τοίχο. Ή προοδευτική από κάτω προς τα πάνω και έξω, κλίση του τοίχου προσφέρει βάση, για καλύτερη εξυπηρέτηση στη δημιουργία Αγίας Τράπεζας. Πραγματικά δύο επιπεδόμορφα σκαλίσματα και μια μικρή πρόθεση, δημιουργούνε αρκετό χώρο, ώστε να χρησιμεύουνε σαν Αγία Τράπεζα Πάνω δε από αυτά ένα, αφαιρετικά δημιουργημένο, ράφι (δ), εξυπηρετούσε κατά την ώρα της λειτουργίας. Ακόμα πιο βασικό είναι ότι, όταν βρίσκεται μπροστά στο Δ. τοίχο ο λειτουργός, έχει αριστερά του, στο Ν. τοίχο δύο καλά σκαλισμένες και ευρύχωρες Προθέσεις , Έτσι με τη διαμόρφωση αυτή του εσωτερικού χώρου της μικρής σπηλιάς δεν ξεφεύγουμε από το παραδοσιακό κατεστημένο τής θέσης τής Πρόθεσης προς τ' αριστερά τής Αγίας Τράπεζας, άσχετα αν αυτή δεν είναι παραδοσιακά προσανατολισμένη. Ό Α. τοίχος έχει σ’ όλη την έκταση του ύψους του τη μορφή τμήματος κοίλης κυλινδρικής επιφάνειας, δεν έχει δε καμιά ανωμαλία, πράγμα πού μας βάζει στο μυαλό τη σκέψη ότι, ολόκληρος ο τοίχος αυτός έχει δουλευτεί, ώστε να πάρει το κοίλο σχήμα του Ιερού των Χριστιανικών ναών. Το ίδιο σχήμα έχει και το λάξευμα πού θεωρούμε σαν Αγία Τράπεζα. Αξιοπαρατήρητο είναι ότι οι αφαιρετικές επεμβάσεις, πού έχουνε γίνει στον Α. και το Δ. τοίχο δείχνουνε, κατά τη γνώμη μου, επέμβαση διαφόρων προσώπων, γιατί υπάρχουνε διορθωτικές αφαιρετικές εργασίες. Το σκάλισμα (θ) του Α. τοίχου και το πλαϊνό, στο Ν. τοίχο, χαμηλά, σκάλισμα (ε) πού δείχνει για μία μισοφτιαγμένη μικρή Πρόθεση γίνανε μεταγενέστερα από εκείνα του Δ. τοίχου, γιατί ο νεώτερος ασκητής τής σπηλιάς ήθελε να δώσει στην Αγία Τράπεζα θέση ανατολική. Ή μεταγενέστερη λάξευση φαίνεται και από την πιο επιμελημένη δουλειά του λαξευτή. Πραγματικά, αν κρίνουμε από την τεχνική του λαξεύματος, συμπεραίνουμε ότι διαφορετικά είναι τα χέρια, πού κάνανε αυτή την εσοχή του Α. τοίχου από εκείνα πού κάνανε τα άλλα σκαλίσματα στο Δ. και Ν. τοίχο. Ό Ν. τοίχος έχει την καμαρωτή είσοδο, τη μικρή ατέλειωτη Πρόθεση (ε) στο τμήμα μεταξύ εισόδου και Α. τοίχου και τις δυο μεγάλες Προθέσεις στο τμήμα μεταξύ εισόδου και Δ. τοίχου. Παρ' όλη την προσεχτική ερευνά μας έξω από τη σπηλιά δεν μπορέσαμε να βρούμε κανένα σημάδι, πού να μαρτυράει την ύπαρξη καμπάνας.
2) Σπήλαιο-Ναός Β'.— Πολιτικά.
Ό δεύτερος αυτός ναός-σπηλιά ,στην ίδια περιοχή των Πολιτικών, βρίσκεται στη μέση σχεδόν τής απόστασης τής εκκλησίας του Αγίου Παντελεήμονα και τής σπηλιάς Α', σε υψόμετρο 100 μ. Είναι μικρότερος, αλλά έχει άλλα χαρακτηριστικά. Πρώτα απ’ όλα ή είσοδος του είναι μεγάλη και φυσική. Το σημερινό ύψος της, το όποιο έχει ελαττωθεί από φερτά υλικά, πού σκεπάζουνε ολόκληρο το δάπεδο της, είναι μόλις 0,90 μ., ο προσανατολισμός της κατά τον κεντρικό της άξονα είναι από Ν. προς Β. και τα σκαλίσματα της λιγότερα και άπλα. Στον Α. τοίχο, και στο πιο εξωτερικό του σημείο, είναι λαξευμένη στενή τριγωνική επίπεδη επιφάνεια, πού έχει μήκος 1,60 μ. Πάνω δε απ’ αυτήν τριγωνική σχεδόν Πρόθεση με μεγαλύτερο ύψος 0,40 μ. Το σημερινό της ύψος από το προσχωματωμένο δάπεδο είναι περίπου 0,40 μ. Στον απέναντι Δ. τοίχο και πολύ κοντά στην είσοδο, είναι σκαλισμένη Πρόθεση με διαστάσεις 0,50 μ. μήκος, 0,60 μ. ύψος και 0,33 μ. βάθος. Κι’ αυτής ή απόσταση από το έδαφος είναι σήμερα μόλις λίγα εκατοστά. Το σχήμα τής σπηλιάς εύκολα μπορούμε να πούμε ότι είναι περίπου κυκλικό, οι τοίχοι της είναι από κάπως πιο συμπαγές πέτρωμα, ενώ ή οροφή είναι από αποσαθρωμένο πέτρωμα περιασβεστωμένων φυτικών υλικών και ξεφτάει εύκολα. Αυτή όμως ή σπηλιά έχει κάτι ιδιαίτερο. Στο πίσω μέρος της, σαν σε εφαπτομένη στο κυκλικό σχήμα του δαπέδου της, υπάρχει αυλάκι νερού, που κυλάει ένα μέτρο πια χαμηλά από τη σημερινή επιφάνεια του δαπέδου της σπηλιάς. Το νερό με κατεύθυνση από ΝΑ προς ΒΔ κυλάει μέσα σε μια στο τής οποίας το ύψος είναι από 0,60 μ, μέχρι 3 μ. και ι πλάτος από 0,50 μ. ως 1,20 μ. Το βάθος του νερού ανάλογα με την εποχή ναι από 0,50 μ. το καλοκαίρι ως 0,70 μ. το χειμώνα. Στο σημείο όπου ιό αυλάκι του νερού εφάπτεται τής άκρης τής σπηλιάς, έχουνε φτιάξει γεφυράκι από πέτρες χωρίς συνδετικό υλικό, απ’ όσο μπόρεσα να δω, γιατί αφήνει μόλις 15 εκ. του μέτρου χώρο το νερό, και από τι δείχνει ή φωτογραφία, πού πήρα εκεί. "Η κατασκευή αυτής τής γέφυρας μεγαλώνει ην επιφάνεια του δαπέδου τής σπηλιάς. Ολόκληρη ή στοά μέσα στην οποία κυλάει το νερό είναι γεμάτη σταλαχτίτες και οι πλάγιοι τοίχοι της σκεπασμένοι από σταλαχτιτικό υλικό σαν συνεχόμενο παραπέτασμα. Κι εδώ έχουμε το ίδιο φαινόμενο με την κύρια σπηλιά, δηλαδή να είναι οι τοίχοι γεροί, ενώ ή οροφή γκρεμίζεται εύκολα, στο πρώτο κάπως απρόσεχτο άγγιγμα σταλαχτίτη. Παρά τις προσπάθειες μας στάθηκε αδύνατο να προχωρήσουμε περισσότερο από 25 μ. στη στοά για να βρούμε το τέλος της και την αρχή του νερού. Μέσα σ' αυτή τη στοά με το νερό βρήκαμε κάποτε μία πέτρα πού έχει σχήμα πυραμίδας και σε μια πλευρά της έχει ένα ηλιακό «σχέδιο, ένα σε άλλη το σχέδιο" ενός ζώου. Κανείς απ’ όσους την δείξαμε δεν μπόρεσε με βεβαιότητα να μας πει αν τα σχήματα αυτά είναι τεχνητά ή τυχαία. Στα πιο απομακρυσμένα από την είσοδο σημεία της στοάς, ζουν δολιχόποδα έντομα καθώς και υδρόβια σαρκοφάγα Όδοντόγναθα Λιμπελούλα. Δημιουργία-Χρονολόγηση. Γράφω στην αρχή ότι, ο δρόμος πού μας οδηγεί στις σπηλιές αυτές, αρχίζει από τον περίβολο της βυζαντινής Μονής της Παναγίας της Περιβλέπτου. Αυτή ή γειτονιά των λατρευτικών αυτών σπηλαίων με το Μοναστήρι, μας υποχρεώνει να κάνουμε άλλες σκέψεις και να καταλήξουμε σε αλλά συμπεράσματα. Η Μονή Περιβλέπτου χρονολογείται από τον 11° ή 12° αιώνα και είναι άγνωστο πότε διαλύθηκε.Η κατάργηση των περισσότερων Μοναστηριών έγινε το 1834-35. Φαίνεται όμως ότι, μετά τις πολλές διαφορές των μοναχών των δύο Μοναστηριών, Γαλατάκι και Περιβλέπτου, καθώς και των Επισκόπων Χαλκίδας, ή Μονή καταργήθηκε πολύ νωρίτερα από τη χρονιά αυτή (1834-35) και μάλιστα προ του 1821. Απόδειξη αυτού είναι ότι δεν υπάρχουνε στοιχεία για τη Μονή αυτή στα Γενικά Αρχεία του Κράτους, όπως φαίνεται από τη μελέτη του Κ. Διαμαντή (1975) για τα υπάρχοντα στα Γ. Α. τ. Κ. έγγραφα των Μοναστηριών της Ευβοίας. Πάντως ή κατάργηση της θα έγινε πολλά χρόνια μετά τη χρονολογία 1668, ή οποία αναφέρεται στην τοιχογράφησή της. Άγνωστο είναι ακόμα αν ή Μονή λειτουργούσε τότε, πού έγινε το σοβάτισμα του μαρμάρινου τέμπλου της και ή επιζωγράφησή του με τοιχογραφίες κακής λαϊκής τέχνης. Ακόμα δεν ξέρουμε πόσους μοναχούς είχε τον καιρό της λειτουργίας της. Άλλα ή γνωρίζουμε ή όχι ακριβώς τον αριθμό των μοναχών, πού πέρασαν από τη Μονή αυτή, από την ίδρυση της μέχρι τη διάλυση της, δεν έχει κατά τη γνώμη μας ιδιαίτερη σημασία, γιατί δεν είναι απαραίτητο να υπάρχουνε πολλοί μοναχοί σ' ένα Μοναστήρι για μα ξεκόψουνε μερικοί απ’ αυτούς και αποσυρόμενοι, σε κοντινούς άλλους χώρους, να ασκητέψουνε. Επειδή γεωλογικά ή δημιουργία τους δεν μας φέρνει πάρα πολλά χρόνια πριν, επειδή στο χώρο τους μόνο ένα άτομο μπορούσε να ζήσει κι επειδή πάντα μεταξύ των μοναχών υπήρχανε διαφωνίες πού αναγκάζανε πολλούς ν' αποχωρήσουν από το Κοινόβιο, φτάνουμε στο συμπέρασμα ότι δεν πρόκειται, γι' αυτούς τους δύο υπόσκαφους Χριστιανικούς λατρευτικούς χώρους, παρά για καταφύγια Ασκητών ή Αναχωρητών πού προέρχονται από το προσωπικό της Μονής της Παναγίας της Περιβλέπτου. Αν τούτο το συμπέρασμα μας είναι σωστό, τότε μπορούμε να χρονολογήσουμε τα Άσκηταριά αυτά σαι να πούμε ότι δημιουργηθήκανε στα χρόνια πού λειτουργούσε ή Μονή ή αμέσως μετά την κατάργηση της, δηλαδή από τον 11° ή 12° αιώνα μέχρι και το 1821, πού διαλύθηκε. Πιθανότερες ακόμα χρονολογίες γιά αποχώρηση μοναχών είναι τότε πού γίνανε μεγάλα γεγονότα ατή Μονή. Το 1470 όταν οι Τούρκοι τη δημεύσανε ή στο τέλος του 16ου αιώνα όταν ο τότε Μητροπολίτης Χαλκίδας Λαυρέντιος, την αγόρασε από τους Τούρκους και την αφιέρωσε στη Μονή Αγίου Νικολάου Γαλατάκι, στη Λίμνη. Ακόμα αποχώρηση μοναχών μπορεί να έγινε και το 1753 όταν ο Μητροπολίτης Χαλκίδας Παΐσιος άρπαξε αυθαίρετα τη Μονή και αρχίσανε πολλές διαμάχες μεταξύ των μοναχών των δύο Μοναστηριών, οι όποιες φτάσανε μέχρι το Πατριαρχείο, για τις εντολές του οποίου, ο Παΐσιος αδιαφόρησε τελείως. Η έρευνα, μελέτη, μέτρηση και αποτύπωση των σπηλαίων αυτών έγινε σε διάφορες εποχές και μάλιστα στις 25 Μαρτίου 1968, 22 Φεβρουαρίου 1976, 18 Ιουλίου 1976, 1 Μαΐου 1978 και 4 Ιουνίου 1978.
|
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.