Τετάρτη 1 Ιουλίου 2020

ΚΟΤΣΑΜΠΑΣΗΔΕΣ ΧΑΛΑΣΟΧΩΡΗΔΕΣ και ΛΟΓΙΟΤΑΤΟΙ ΜΑΣΤΡΟΧΑΛΑΣΤΗΔΕΣ ΣΤΟ ΕΥΒΟΙΚΟ ΕΙΚΟΣΙΕΝΑ


ΚΟΤΣΑΜΠΑΣΗΔΕΣ ΧΑΛΑΣΟΧΩΡΗΔΕΣ και ΛΟΓΙΟΤΑΤΟΙ ΜΑΣΤΡΟΧΑΛΑΣΤΗΔΕΣ ΣΤΟ ΕΥΒΟΙΚΟ ΕΙΚΟΣΙΕΝΑ
 Ένα κείμενο του Αλέξη Κριεζή για τη Συνέλευση των Α(γ)ριοπαγιτών στα Πολιτικά Ευβοίας, το Νοέμβριο του 1821
– του Γιώργου ΠΑΠΑΣΤΑΜΟΥ
 Οι αυτοκαλούμενοι «ήρωες», - «ευδόκιμοι άνδρες» της εποχής του ’21 παριστάνοντας τον αυστηρό ηθικολόγο, δεν ήθελαν να φρονηματίζουν τον, υπέρ της ελευθερίας του, αγωνιζόμενο λαό! Απλώς ήθελαν να προβάλουν τα συμφέροντα, της «υψηλής» άρχουσας τάξης τους. Ήθελαν ν’ αποκτήσουν ερίσματα κυριαρχίας στους Πληβείους τους, και στη θέση του νικημένου ανατολίτη δυνάστη, να έμπαιναν αυτοί αμέσως με την απελευθέρωση.

Οι ηγεμονίσκοι εκείνοι δεν μπόρεσαν να περιλάβουν, να κλείσουν θα έλεγα, μέσα στην συνείδησή τους, το 21, και δεν κατανόησαν οι πιο πολλοί, τίποτα σχεδόν, από το επαναστατικό πνεύμα της κοσμογονικής εκείνης εποχής. Έβλεπαν πάντα αφ’ υψηλού τον ταλαίπωρο λαό αποκαλώντας τον «Πλέμπα» και «όχλον». Και πολλές φορές είτε συνειδητά, είτε ίσως αθέλητα, καλλιεργούσαν στους μυστικούς κύκλους τους, αντιλαϊκές και αντιαναγεννητικές τάσεις και νοοτροπίες, θεωρώντας εαυτούς πρόσωπα επάνω απ’ την κοινή επίκριση. Έτσι έρχονταν συχνά σε αντιπαράθεση και σε στιγμές σε πλήρη αντί-θεση με τους φυσικούς ηγέτες και πρωτοστάτες της Εθνεγερσίας, που σε κάθε γενναίο βήμα τους πλάταιναν και μεγάλωναν τον αγώνα της ελευθερίας, με σοβαρό, επιβλητικό και σεμνό τρόπο, γενόμενοι άξιοι για τα μεγάλα από μόνοι τους. Οι επαρχιακοί εκείνοι ηγενονίσκοι, οι λεγόμενοι Κοτζαμπάσηδες, αποτελούσαν, με τον τότε λογιοτατισμό, τον πυρήνα της πολιτικής και στρατιωτικής διοικήσεως της Δυτικής και Ανατολικής Χέρσου Ελλάδος. Η Διοίκηση αυτή, από τις πρώτες μέρες του αγώνα, πήρε επίσημα το όνομα: Αρειος Πάγος! Ο λαός, σε δύσκολες ώρες, τους αναθεμάτιζε, ευχόμενος «να ξεπαγιάσουν» πρώτοι αυτοί «πάγοι» όντες και μετά ο ίδιος. Τους προσφωνούσε και «α(γ)ριοπαγίτες» και χαλασοχώρηδες. Σχολιάζοντας, ο μακαρίτης Γιώργος Βαλετάς στο «Προδομένο» του «Εικοσιένα» τη δράση των Αρεοπαγιτών – Χαλασοχώρηδων και λογιότατων, γράφει, πως: Ηθελαν να καταβροχθίσουν τη Νέα Ελλάδα, μεταβάλλοντάς την σε πασαλίκι και δικό τους φέουδο. Οι δε λογιότατοι, που ο λαός τους αποκαλούσε μαστροχαλαστήδες, θέλαν να δέιξουν, πως ήταν οπλισμένοι, με πλατύτατη εποπτεία Ιστορίας και Γνώσης και πως ήταν φίλοι «θεόθεν» του αποκαλυηπτικού και απροσδόκητου και οι μόνοι ικανοί που νοιάζονταν και πάσχιζαν να «περάσουν γυαλιά» στο θεόστραβο λαό, ενώ με τον τρόπο τους τον έριχναν στο σκοτάδι και τον στράβωναν. Τον έκαναν να λησμονεί και αυτά τα λίγα, που ήξερε…. Γιατί οι λογιότατοι – μαστροχαλαστήδες – δεν είχαν κανένα άλλο εφόδιο στο μυαλό τους, εκτός από νεκρές λέξεις. Κι ακόμη είχαν την αφέλεια και την πλάνη να πιστεύουν πως είναι αλλοίμονο, αναμορφωτές! Νόμιζαν οι δύστυχοι, μέσα στο υστερικό τους παραλήρημα, πως μαστορεύουν κάτι καλύτερο για το δούλο γένος και μηκέτι Ελεύθερον Έθνος -μας-. Στην πραγματικότητα, ωστόσο, δεν έκαναν τίποτ’ άλλο από το να χαλούν και να καταστρέφουν εκ θεμελίων το λαϊκό οικοδόμημα, επιδαψιλεύοντας εν αφθονία φοβερά δεινά, σε βάρος της προκοπής και της προόδου. Αυτοί εν πολλοίς είναι υπαίτιοι που ολοένα μας σακατεύει το σαράκι της παρακμής καθώς μας το άφησαν αρρώστια κληρονομιάς. Κι ας φώναζε ενάμισυ και πλέον αιώνα, ο ποιητής του Έθνους Διονύσιος Σολωμός: «Φυλαχτείτε απ’ τους λογιότατους»! Αλλά, πώς να φυλαχτεί κανείς απ’ τον ως τα σήμερα, υφιστάμενο λογιοτατισμό – που ως χαμαιλέοντας, έρποντας αλλάζει τον χρωματισμό του και μεταβάλλει φρονήματα κατά τις περιστάσεις, καθώς φορεί ποικίλα προσωπεία και ενδύματα; Ωστόσο στην άγνοια και άγνοια του μέσα χωρίς ίσως να το καταλαβαίνει, μας δίνει κάθε τόσο, ένα πολύ μεγάλο μάθημα. Μας μαθαίνει αορίστως: Πως ο λαός, που μοιράζεται, γίνεται εύκολη λεία στους ξένους. Τα σύντομα τούτα στοχάσματα και τους ελάχιστα εναίσιους σχολιασμούς –ευοίωνους θα λέγαμε – για το μέλλον μας – μας έδωσε ένα αδρό στην δωρικότητα του κείμενο, του «φυσικού αρχηγού» και μπροστάρη και πρωτολάτρη του Ευβοϊκού Εικοσιένα – Ναυάρχου του Ελληνικού στόλου της Ευρίπου Αλέξη Κριεζή!! Είναι απ’ το ημερολόγιο Καταστρώματος του Πλοίου του και φέρει τον τίτλο το ημερολόγιο αυτό: «Γιορνάλε – Δια την ανεξαρτησία του Έθνους – Απομνημονεύματα-». Το κείμενο, που ακολουθεί – ένα μικρό απόσπασμα από το πολυσέλιδο ημερολόγιο- ομιλεί για την αντί-θεση διαμάχη θα λέγαμε, στην οποία περιήλθε ο αγνός λαϊκός αγωνιστής Ναύμαρχος Κριεζής με τους α(γ)ριοπαγίτες όπως τους αποκαλεί (κοτσαμπάσηδες και λογιοτάτους), σε μια πρώτη συνέλευση του «Αρείου Πάγου» στα Πολιτικά – Χαλκίδος. Φθινόπωρο – Νοέμβριος 1821. Ιδού το κείμενο του στολάρχου σε μια γλώσσα εύληπτη σιγαλόφωνη ναυτική – της εποχής, με κάποιες κάπου καθαρολογικές ανώδυνες εκφράσεις, ολοζώνταντο δίνει μια άλλη πτυχή και διά-σταση του αγνώστου ακόμα Εικοσιένα στην Εϋβοια. Οι Αγριοπαγίται «…. Και με ολίγον καιρόν έγινε συνέλευσις εις Σάλωνα και εσύστησαν τους νόμους, ο κύριος Μαυροκορδάτος και έτεροι. Εγώ δεν ημπορούσα να πάνω να ευρεθώ και εγώ εις την συνέλευσιν δια πολλά αίτια. Τέλος εδιορίσθησαν Αγριπαγίται, όπου να έχουν το ανάθεμα και εκατέβησαν εις το Παλάντι. Θαρρώντας ότι να ήτον, ως παλαιοί Αρεοπαγίται, διεύθηνα το πλοίον μου επήγον και τους εμβαρκάρισα σε 30 πυροκανοβολισμούς. Τους έφερα εις Βρυσάκια, όπου είχον το ορδί, εστάθησαν δύο ήμισυ εβδομάδας εις το πλοίον τρώγοντες και πίνοντες ως δεν τους έπρεπε. Τέλος με λέγουν και έγραψα εις τα χωριά, ως αρχηγός όπου ήμουν, και μετά 3-4 ημέρας εσυνάχθησαν όλοι οι Κουτζαμπασίδες εις Πολιτικά. Έστειλα όλο το στράτευμα εις τα Πολιτικά , μα ήλθον όλοι οι οπλαρχηγοί εμβήκαμεν όλοι εις τες μεγάλες βάρκες και επήγαμεν εις τα Πολιτικά όπου είχον φούρνους, όπου έψηναν ψωμί του ορδιού και πλοίου. Ανέβημεν επάνων, όπου ήτον όλος ο λαός συναγμένος, εσηκώθημεν όλοι επι ποδός και ήρχισεν ο αφωρισμένος πρόεδρος, Νεόφυτος Ταλαντίου λεγόμενος, να βάλει διδαχήν, λέγοντας περί της συνελεύσεως και περί νόμους. Όλοι οι άνθρωποι έστεκαν με μεγάλη προσοχή και ήκουον ότι: η διοίκησις θέλει αρχίσει να κόψει μονέδας και άλλα και δια τούτο όλοι οι οπλαρχηγοί και στρατιώται να παραδόσουν εις τους Αρεοπαγίτας, όσα ασήμια είχον τα όπλα τους και ότι «το σίδηρον σκοτώνει τους εχθρούς» και άλλα μασχαραλίκια, «και τα ασήμια είναι περιττά». Εγώ αγροικώντας την τοιαύτην βρωμοδιδαχήν επειράχθην παρά πολύ και δεν τους ομίλησα δια να μην πάρουν μπούγιο οι στρατιώται και τους κατακοματιάσουν. Και επάνω, όπου έλεγον μέσα μου τα βρωμολόγια, αγροικώ άπαξ έναν ουτιδανόν στρατιώτην κουκουβίνον φωνάζοντας: - Βρε δεσπότη πως δεν δίδεις το τοπούζι σου, όπου κρατείς εις τας χείρας σου όπου είναι καθαρό ασήμι, αλλά ήλθατε εδώ δια να μας αφαιρέσητε τα ασήμια των όπλων μας όπου τα επήραμεν με την βοήθειαν του αρχηγού μας καπετάν Αλάξανδρου και με το αίμα μας; Εγώ τότες ως ήκουσα εχάρην δια την απάντησιν, όπου τους έκαμεν ο Κουκουβίνος, και ο κύριος Πρόεδρος εροδοκοκκίνησε φοβίζοντας να μην ακολουθήσει τι, όπου ποτέ δεν εκινούσαν χωρίς την άδειά μου. Ευθύς προσκαλώ τον Κουκουβίνον παρρησία, τον εφιλοδώρησα τρείς μαχμουντιέδες τον ηξίωσα να ορίσει και 10 στρατιώτας, και έλαβα μεγάλην ευχαρίστησιν, όπου τους επήραν όλοι λογαριασμόν εξόν, όπου ήτον και το πέρα του ορδιού, ανηφορίται, φερμένοι δια να ακούσουν την βρωμοδιδαχήν τους. Τέλος εδιάλυσα την συνέλευσιν, εδιόρισα τους στρατιώτας και επήγαν εις τας θέσις των. Εμαζεύθησαν εις το κονάκι, όπου τους είχον προετοιμάσει εις τα Πολιτικά, ομού και όλοι οι οπλαρχηγοί μου και Κουτζαμπασίδες. Ήρχισα να τους ειπώ: - Κύριοι, με τέτοιες ιδέες ήλθατε ενταύθα δια να γδύσητε τους οπλαρχηγούς και στρατιώτας μου; Δεν το εκαλοστοχάσθητε και ηκούσατε την απάντησιν του Κουκουβίνου δια το τουπούζι, όπου έπρεπε να το είχατε κρύψει όπου έπρεπεν, όταν είστε εις το πλοίον να μου το είχετε προβάρει περί ταύτα να σας ωδηγούσα τον τρόπον. Και σας λέγω, κύριοι, ότι κακώς επράξατε και πρέπει εις τοιαύτην περίστασιν να μην αναφέρητε άλλοτε τέτοια πειραχτικά ότι θέλουν είναι προς ζημίαν σας. Θαρώντας κι εγώ ως είχον ακούσει, ότι να ήτον ως τους παλαιούς Αρεοπαγίτας, ηθέλησα τέτοιους αγιογδύτας να τους τιμήσω, να τους φέρω με το πλοίον με μεγάλην πομπήν, όπου μια νύκτα από μεγάλην φουρτούναν εκόντεψαν να χαθούν…..» Καλύτερα, ωστόσο, να τους έπαιρναν τα κύματα εκείνη τη ζοφερή νύχτα της μεγάλης τρικυμίας, πριν να σημάνει γι’ αυτούς η πικρή ώρα της Ιστορίας. Θα είχαν ήδη βυθισθεί από καιρού πολλού στο βαθύ έρεβος της λησμονιάς και μαζί τα σε βάρος της δύστηνης πατρίδος εγκλήματά τους, τις ατασθαλίες τους, υπέρ – βασίες και άφρονες αλαζονείες τους. Και δεν θα βλέπαμε κι εμείς 170 τόσα χρόνια μετά απ’ τους «Α(γ)ριοπαγίτες» του Ευριπαίου Ναυάρχου, πως ελάχιστα πράγματα έχουν αλλάξει και σήμερο απ’ την αχαρακτήριστη νοοτροπία του δύσκολου και παράξενου Ρωμιού. Και δεν θα αισθανόμασταν αλίμονο, απ’ την κυνική κακότητα και δοκοκοπιά των ολίγων όλοι μας ίδιοι να είμαστε : «Χαλασοχώρηδες», όπως μας περιέγραψε στην ομώνυμη νουβέλα του ο Παπαδιαμάντης στα τέλη του πέρασμένου αιώνα και δεν θα νιώθαμε «μαστροχαλαστήδες» στο ίδιο μας σπίτι, όπως προσφυώς μας χαρακτήρισε, μισόν αιώνα νωρίτερα, ο στρατηγός μας ο Μακρυγιάννης! Φυσικά, για όλα αυτά δεν φταίει και δεν ευθύνεται ο λαός αλλά αυτοί, που κατά καιρούς είχαν την Μοίρα του στα χέρια τους και που κρατούσαν ετούτα τα ευγενή μέταλλα: το ασήμι και το χρυσάφι για τον εαυτό τους. Και τον άμοιρο και ενδεή φτωχο-λαό τον έριχναν στο σκουπιδότοπο της Ιστορίας να ψάχνει για σκουριασμένα παλιοσίδερα….. «Θέλουν ανήκει εις την Ελλάδα» Άρθρ. 2…. Θέλουν ανήκει ωσαύτως εις την Ελλάδα η νήσος Εύβοια ολόκληρος, οι Δαιμονόνησοι (σ.σ. Β. Σποράδες), η νήσος Σκύρος». Πρωτόκολλο ανεξαρτησίας του Λονδίνου, 22 Μάρτη 1829

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.