Ανάλογα με το μορφωτικό επίπεδο ενός λαού, είναι και οι δοξασίες, οι προλήψεις και τα έθιμα, που επικρατούν κατά τη γέννηση, όπως γίνεται και κατά τις άλλες δύο στιγμές της ανθρώπινης ζωής, τον γάμο και τον θάνατο, που αποτελούν τα κυριότερα στάδια του ανθρώπινου βίου.
Το σύνολο των εκδηλώσεων αυτών, χαρακτηρίζει ακόμα και την διανοητικότητα και τον συναισθηματικό πλούτο της ανθρώπινης κοινωνίας, που είναι προϊόν κυρίως ανθρώπινων δεισιδαιμονιών, συχνά όμως και εμπειρίας.
Περιττό να σημειωθεί, πως όσο μακρύτερα από τον πολιτισμό και την επιστήμη βρίσκεται μία κοινωνία, τόσο μεγαλύτερο και τόσο πρωτόγονο είναι το πλήθος των εκδηλώσεων αυτών, που προσπαθούν να αντικαταστήσουν τα πορίσματα της προόδου και της επιστήμης.
Έτσι, το παιδί μας το φέρνει ο πελαργός ή ο Θεός, μέσα σε ένα κοφινάκι και μας το κατεβάζει από την καμινάδα του τζακιού
Η Γιαννούλα Καμαριώτη (Γριά Γιαννούλα).
Η Κυριακή Πατερίτσα (Κυριά).
Η Σοφία Παπαναστασίου (Σοφίτσα).
Το σύνολο των εκδηλώσεων αυτών, χαρακτηρίζει ακόμα και την διανοητικότητα και τον συναισθηματικό πλούτο της ανθρώπινης κοινωνίας, που είναι προϊόν κυρίως ανθρώπινων δεισιδαιμονιών, συχνά όμως και εμπειρίας.
Περιττό να σημειωθεί, πως όσο μακρύτερα από τον πολιτισμό και την επιστήμη βρίσκεται μία κοινωνία, τόσο μεγαλύτερο και τόσο πρωτόγονο είναι το πλήθος των εκδηλώσεων αυτών, που προσπαθούν να αντικαταστήσουν τα πορίσματα της προόδου και της επιστήμης.
Έτσι, το παιδί μας το φέρνει ο πελαργός ή ο Θεός, μέσα σε ένα κοφινάκι και μας το κατεβάζει από την καμινάδα του τζακιού
Δίνεται στην έγγυο να φάει ότι θέλει, για να μην μείνει το παιδί με το στόμα ανοιχτό, της απαγορεύεται να τρώει σπλήνα, για να μην κάνει το παιδί λεκέδες (σημάδια), να μην τρώει σαλιγκάρια για να μην γίνει μυξιάρικο, να μην τρώει λαγό για να μην λαγοκοιμάται, να πίνει γάλα για να βγει το παιδί άσπρο, να μην δουλεύει του Αγίου Συμεών για να μη βγει το παιδί σημαδεμένο κ.α.
Διακαής επιθυμία των γονιών και των συγγενών, ήταν να γεννηθεί αγόρι, γιατί η προίκα που θα απαιτήσει αργότερα, η πιθανή διακύβευση της τιμής και η αντίληψη γενικά για τη γυναίκα, υποβιβάζουν τη θέση του κοριτσιού από τη μέρα που θα γεννηθεί.
Στην προσπάθεια τους λοιπόν να αποκτήσουν αγόρι, έπεφταν θύματα «επιτηδείων», που τους πουλούσαν «σερνικοβότανα». Ένας άλλος τρόπος ήταν, την ημέρα του γάμου να βάλουν ένα όμορφο αγόρι να ξαπλώσει στο νυφικό κρεβάτι, για να «πιάσει» το ζευγάρι «παιδί», δηλαδή αγόρι. Παιδιά αποκαλούσαν τα αγόρια και τα κορίτσια, κορίτσια.(Έχω τρία παιδιά και ένα κορίτσι).
Για να είναι καλή η γέννα, δινόντουσαν ευχές, όπως «Καλή λευτεριά», «Με το καλό» κ.α. και ζητούσαν τη στήριξη του Αγίου Ελευθερίου.
Υπήρχαν όμως και οι κατάρες από τους εχθρούς, όπως «κομματάκια να στο βγάλουνε» κ.α.
Για να μην πιάνουν λοιπόν οι κατάρες, έπιναν λιωμένο αλάτι μέσα στο νερό, για να λιώσουν οι κατάρες σαν το αλάτι.
Το αν θα ήταν αγόρι ή κορίτσι, φαινόταν από την κοιλιά. Αν ήταν αγόρι η κοιλιά ήταν όρθια και μυτερή, αν ήταν κορίτσι η κοιλιά ήταν χαμηλά και στρογγυλή.
Οι παλιές μαμές, την ώρα της γέννας άναβαν φωτιά και έβαζαν τη θράκα στη μέση του δωματίου, ενώ πάνω στη θράκα έριχναν λιβάνι. Περιέφεραν την έγγυο γύρω στη θράκα και κάπου-κάπου σήκωναν από μπροστά το φουστάνι πάνω από τη θράκα, για να ζεσταθεί η κοιλιά της.
Ύστερα γονάτιζε και με τα πόδια ανοιχτά άρχιζε η διαδικασία του τοκετού
Οι νεότερες μαμές, ξάπλωναν την έγγυο στο κρεβάτι για να ξεγεννήσει.
Όταν το παιδί γεννιόταν το «αφαλόκοβαν», του έκοβαν τον ομφάλιο λώρο.
Η μαμή τον έπαιρνε (τον ομφάλιο λώρο), μαζί με τα λερωμένα ρούχα της λεχώνας και τα έπλενε στο ποτάμι και ύστερα τον λώρο τον έθαβε κάπου πρόχειρα.
Η περιποίηση του μωρού αρχίζει αμέσως μετά την αποκοπή του ομφάλιου λώρου. Το παιδί πλένεται και το νερό με το οποίο πλύθηκε χύνεται σε απόμερο μέρος. Η μαμή αλατίζει το παιδί παντού, εκτός από τα μάτια. Τυλίγεται στα σπάργανα και δένεται με τη φασκιά, που για αποτροπή της επήρειας των δαιμόνων, είχε επάνω κεντημένο σταυρό.
Σταυρώνεται επίσης το παιδί για τον ίδιο λόγο λίγο πριν κοιμηθεί και τοποθετείται στην κούνια (κουβέλι).
Το κουβέλι ήταν το κρεβατάκι του μωρού στο σπίτι, ενώ όταν έπρεπε να το πάρει έξω μαζί της η μάνα του, υπήρχε η μελούτη.
Από τις πρώτες στιγμές επίσης μετά τη γέννηση, ορισμένες προσπάθειες πιστεύεται ότι γίνονταν για να αποκτήσει το παιδί καλό χαρακτήρα και σώμα.
Δεν του δίνουν γάλα την πρώτη ημέρα για να είναι υπομονετικό, του δένουν το κεφάλι γύρω από το μέτωπο για να γίνει το κεφάλι στρογγυλό, ενώνουν σταυρωτά χέρια, πόδια ή αριστερό χέρι με δεξί πόδι και αντίθετα δεξί χέρι με αριστερό πόδι, κάθε φορά που το λύνανε και πριν το ξαναδέσουνε με τις φασκιές, για να «λύνεται το κορμάκι του» όπως έλεγαν.
Την Τρίτη μέρα γίνονταν «τα κολυμπίδια του μωρού». Σ΄αυτό το λόγο έχει πάλι η μαμή. Θα το πλύνει σε σκάφη ή σε μεγάλο ταψί, με χλιαρό νερό και σαπούνι, όπου μέσα εκεί ρίχνουν κέρματα «ασήμωμα», που αποτελούσαν και την αμοιβή της μαμής.
Να πούμε επίσης, ότι τις πρώτες μέρες, η λεχώνα δεν έπινε κρύο νερό για να μην παγώσουν οι «ακαθαρσίες» που είχαν μείνει μέσα της και δεν βγαίνουν. Συνήθως έπιναν γλυκάνισο, χλιαρό ή ζεστό κρασί, λιχωζούμι και γενικά φαγητά ζεστά και «σουπερά», για 20-25 μέρες.
Δεν λέγανε άσχημες κουβέντες μέσα στο σπίτι (για θανάτους, αρρώστιες κλπ), γιατί καραδοκούσε ο επιλόχιος πυρετός και για προφυλαχτούν απ΄αυτόν, έβαζαν κάτω από το μαξιλάρι ή κάπου στο στρώμα, μαχαίρι ή ψαλίδι, μπαρούτι, σκόρδο, ψωμί κ.α. για να προφυλαχτούν από τα δαιμονικά που θα έφερναν τον πυρετό.
Αλλά όταν, παρ΄όλ΄αυτά, έρχεται ο πυρετός με ανατριχίλες, πόνους στο στήθος, παραληρήματα, διόγκωση των θηλών των μαστών ώστε να μην μπορεί να βυζάξει το παιδί, πόνους σε δόντια. στο στομάχι κλπ, η αντίδραση είναι το σιδέρωμα στο στήθος, έξω από τα ρούχα, όπως επίσης και το χτένισμα με μεγάλη χτένα έξω από τα ρούχα, κομπρέσες με χαμομήλι και ζεστό νερό, μέχρι φυσικά να ειδοποιηθεί ο γιατρός (αν υπήρχε).
Στις τρεις μέρες ερχόντουσαν οι μοίρες και μοίραιναν το παιδί.
Σε 5-7 μέρες, πήγαιναν οι συγγενείς στον παπά στην εκκλησία, με ένα ποτήρι ή μπουκάλι νερό, που το ευλογούσε ο παπάς. Με το αγιασμένο αυτό νερό, έβρεχαν τη λεχώνα και της έβαζαν και λίγο στο φαγητό για να τη φυλάει από κάθε κακό.
Για σαράντα μέρες η λεχώνα δεν βγαίνει από το σπίτι αλλά ούτε και δέχεται επισκέψεις.
Όταν περάσουν σαράντα μέρες και «σαραντίσει», πηγαίνει στην εκκλησία μαζί με το μωρό και ο παπάς τους διαβάζει ευχές και περιφέρει το παιδί γύρω-γύρω στις εικόνες. Αν είναι αγόρι το πάει και μέσα στο Ιερό Βήμα, αν είναι κορίτσι όχι.
Από τότε λοιπόν η λεχώνα, μπορεί να πηγαίνει σε ξένα σπίτια και να δέχεται επισκέψεις και επίσης, ελαττώνεται και η επήρεια των κακοποιών δαιμόνων, η οποία εξαφανίζεται τελείως μετά τη βάφτιση.
Ο θηλασμός συνεχίζεται για μεγάλο χρονικό διάστημα. Πίστευαν δε ότι αποφεύγεται η σύλληψη όσο διαρκούσε ο θηλασμός.
Το απόκομμα του θηλασμού γίνεται με βίαιο τρόπο, βάζοντας στη θηλή του μαστού πιπέρι και άλλα διάφορα, ώστε το παιδί να σιχαθεί και να μην πλησιάζει το βυζί ή το έστελναν να κοιμηθεί για λίγες μέρες κάπου που να μην είναι η μάνα του κοντά.
Όμως ήταν δύσκολο γιατί τα παιδιά ήταν ήδη μεγάλα και καταλάβαιναν. Σε μερικές περιπτώσεις, ο θηλασμός διαρκούσε και μέχρι τον τρίτο ή τέταρτο χρόνο.
Διακαής επιθυμία των γονιών και των συγγενών, ήταν να γεννηθεί αγόρι, γιατί η προίκα που θα απαιτήσει αργότερα, η πιθανή διακύβευση της τιμής και η αντίληψη γενικά για τη γυναίκα, υποβιβάζουν τη θέση του κοριτσιού από τη μέρα που θα γεννηθεί.
Στην προσπάθεια τους λοιπόν να αποκτήσουν αγόρι, έπεφταν θύματα «επιτηδείων», που τους πουλούσαν «σερνικοβότανα». Ένας άλλος τρόπος ήταν, την ημέρα του γάμου να βάλουν ένα όμορφο αγόρι να ξαπλώσει στο νυφικό κρεβάτι, για να «πιάσει» το ζευγάρι «παιδί», δηλαδή αγόρι. Παιδιά αποκαλούσαν τα αγόρια και τα κορίτσια, κορίτσια.(Έχω τρία παιδιά και ένα κορίτσι).
Για να είναι καλή η γέννα, δινόντουσαν ευχές, όπως «Καλή λευτεριά», «Με το καλό» κ.α. και ζητούσαν τη στήριξη του Αγίου Ελευθερίου.
Υπήρχαν όμως και οι κατάρες από τους εχθρούς, όπως «κομματάκια να στο βγάλουνε» κ.α.
Για να μην πιάνουν λοιπόν οι κατάρες, έπιναν λιωμένο αλάτι μέσα στο νερό, για να λιώσουν οι κατάρες σαν το αλάτι.
Το αν θα ήταν αγόρι ή κορίτσι, φαινόταν από την κοιλιά. Αν ήταν αγόρι η κοιλιά ήταν όρθια και μυτερή, αν ήταν κορίτσι η κοιλιά ήταν χαμηλά και στρογγυλή.
Οι παλιές μαμές, την ώρα της γέννας άναβαν φωτιά και έβαζαν τη θράκα στη μέση του δωματίου, ενώ πάνω στη θράκα έριχναν λιβάνι. Περιέφεραν την έγγυο γύρω στη θράκα και κάπου-κάπου σήκωναν από μπροστά το φουστάνι πάνω από τη θράκα, για να ζεσταθεί η κοιλιά της.
Ύστερα γονάτιζε και με τα πόδια ανοιχτά άρχιζε η διαδικασία του τοκετού
Οι νεότερες μαμές, ξάπλωναν την έγγυο στο κρεβάτι για να ξεγεννήσει.
Όταν το παιδί γεννιόταν το «αφαλόκοβαν», του έκοβαν τον ομφάλιο λώρο.
Η μαμή τον έπαιρνε (τον ομφάλιο λώρο), μαζί με τα λερωμένα ρούχα της λεχώνας και τα έπλενε στο ποτάμι και ύστερα τον λώρο τον έθαβε κάπου πρόχειρα.
Η περιποίηση του μωρού αρχίζει αμέσως μετά την αποκοπή του ομφάλιου λώρου. Το παιδί πλένεται και το νερό με το οποίο πλύθηκε χύνεται σε απόμερο μέρος. Η μαμή αλατίζει το παιδί παντού, εκτός από τα μάτια. Τυλίγεται στα σπάργανα και δένεται με τη φασκιά, που για αποτροπή της επήρειας των δαιμόνων, είχε επάνω κεντημένο σταυρό.
Σταυρώνεται επίσης το παιδί για τον ίδιο λόγο λίγο πριν κοιμηθεί και τοποθετείται στην κούνια (κουβέλι).
Το κουβέλι ήταν το κρεβατάκι του μωρού στο σπίτι, ενώ όταν έπρεπε να το πάρει έξω μαζί της η μάνα του, υπήρχε η μελούτη.
Από τις πρώτες στιγμές επίσης μετά τη γέννηση, ορισμένες προσπάθειες πιστεύεται ότι γίνονταν για να αποκτήσει το παιδί καλό χαρακτήρα και σώμα.
Δεν του δίνουν γάλα την πρώτη ημέρα για να είναι υπομονετικό, του δένουν το κεφάλι γύρω από το μέτωπο για να γίνει το κεφάλι στρογγυλό, ενώνουν σταυρωτά χέρια, πόδια ή αριστερό χέρι με δεξί πόδι και αντίθετα δεξί χέρι με αριστερό πόδι, κάθε φορά που το λύνανε και πριν το ξαναδέσουνε με τις φασκιές, για να «λύνεται το κορμάκι του» όπως έλεγαν.
Την Τρίτη μέρα γίνονταν «τα κολυμπίδια του μωρού». Σ΄αυτό το λόγο έχει πάλι η μαμή. Θα το πλύνει σε σκάφη ή σε μεγάλο ταψί, με χλιαρό νερό και σαπούνι, όπου μέσα εκεί ρίχνουν κέρματα «ασήμωμα», που αποτελούσαν και την αμοιβή της μαμής.
Να πούμε επίσης, ότι τις πρώτες μέρες, η λεχώνα δεν έπινε κρύο νερό για να μην παγώσουν οι «ακαθαρσίες» που είχαν μείνει μέσα της και δεν βγαίνουν. Συνήθως έπιναν γλυκάνισο, χλιαρό ή ζεστό κρασί, λιχωζούμι και γενικά φαγητά ζεστά και «σουπερά», για 20-25 μέρες.
Η μαμή, Ελένη Τζίνη με την κόρη της Χρυσούλα. |
Δεν λέγανε άσχημες κουβέντες μέσα στο σπίτι (για θανάτους, αρρώστιες κλπ), γιατί καραδοκούσε ο επιλόχιος πυρετός και για προφυλαχτούν απ΄αυτόν, έβαζαν κάτω από το μαξιλάρι ή κάπου στο στρώμα, μαχαίρι ή ψαλίδι, μπαρούτι, σκόρδο, ψωμί κ.α. για να προφυλαχτούν από τα δαιμονικά που θα έφερναν τον πυρετό.
Αλλά όταν, παρ΄όλ΄αυτά, έρχεται ο πυρετός με ανατριχίλες, πόνους στο στήθος, παραληρήματα, διόγκωση των θηλών των μαστών ώστε να μην μπορεί να βυζάξει το παιδί, πόνους σε δόντια. στο στομάχι κλπ, η αντίδραση είναι το σιδέρωμα στο στήθος, έξω από τα ρούχα, όπως επίσης και το χτένισμα με μεγάλη χτένα έξω από τα ρούχα, κομπρέσες με χαμομήλι και ζεστό νερό, μέχρι φυσικά να ειδοποιηθεί ο γιατρός (αν υπήρχε).
Στις τρεις μέρες ερχόντουσαν οι μοίρες και μοίραιναν το παιδί.
Σε 5-7 μέρες, πήγαιναν οι συγγενείς στον παπά στην εκκλησία, με ένα ποτήρι ή μπουκάλι νερό, που το ευλογούσε ο παπάς. Με το αγιασμένο αυτό νερό, έβρεχαν τη λεχώνα και της έβαζαν και λίγο στο φαγητό για να τη φυλάει από κάθε κακό.
Για σαράντα μέρες η λεχώνα δεν βγαίνει από το σπίτι αλλά ούτε και δέχεται επισκέψεις.
Η μαμή, Μαρία Γ. Παπακωνσταντίνου |
Όταν περάσουν σαράντα μέρες και «σαραντίσει», πηγαίνει στην εκκλησία μαζί με το μωρό και ο παπάς τους διαβάζει ευχές και περιφέρει το παιδί γύρω-γύρω στις εικόνες. Αν είναι αγόρι το πάει και μέσα στο Ιερό Βήμα, αν είναι κορίτσι όχι.
Από τότε λοιπόν η λεχώνα, μπορεί να πηγαίνει σε ξένα σπίτια και να δέχεται επισκέψεις και επίσης, ελαττώνεται και η επήρεια των κακοποιών δαιμόνων, η οποία εξαφανίζεται τελείως μετά τη βάφτιση.
Ο θηλασμός συνεχίζεται για μεγάλο χρονικό διάστημα. Πίστευαν δε ότι αποφεύγεται η σύλληψη όσο διαρκούσε ο θηλασμός.
Το απόκομμα του θηλασμού γίνεται με βίαιο τρόπο, βάζοντας στη θηλή του μαστού πιπέρι και άλλα διάφορα, ώστε το παιδί να σιχαθεί και να μην πλησιάζει το βυζί ή το έστελναν να κοιμηθεί για λίγες μέρες κάπου που να μην είναι η μάνα του κοντά.
Όμως ήταν δύσκολο γιατί τα παιδιά ήταν ήδη μεγάλα και καταλάβαιναν. Σε μερικές περιπτώσεις, ο θηλασμός διαρκούσε και μέχρι τον τρίτο ή τέταρτο χρόνο.
-Πρακτικές μαμές στη Στενή, απ΄ότι διαβάζουμε στο «Χρονικό της Στενής» του Δημητρίου Γιαννούκου, από παλιά ήταν:
Η Αγγελού, χήρα Δημητρίου Γαλάνη (Γριά Κοντή).Η Γιαννούλα Καμαριώτη (Γριά Γιαννούλα).
Η Κυριακή Πατερίτσα (Κυριά).
Η Σοφία Παπαναστασίου (Σοφίτσα).
Το 1930 εγκαταστάθηκε μονίμως στη Στενή, η διπλωματούχος Μέσης Νοσηλευτικής Σχολής, Μαία, Ελένη Σπύρου Τζίνη.
Το 1940 η επιστήμων Μαία, Μαρία Γ. Παπακωνσταντίνου.
Γιάννης Γιαννούκος
Το 1940 η επιστήμων Μαία, Μαρία Γ. Παπακωνσταντίνου.
Γιάννης Γιαννούκος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.