Ο Γιδάρης ή βοσκός
Στη Στενή, σχεδόν
όλοι είχαν οικόσιτα ζώα, όπως κότες, κατσίκες, ακόμα και πάπιες, όσα σπίτια
ήταν δίπλα στο ποτάμι.
Με τον τρόπο αυτό
εξασφάλιζαν κρέας, αυγά, γάλα και κατά συνέπεια τυρί, μυζήθρα, ξινοτύρι κ.α.
Και ασφαλώς μιλάμε
για γεωργικές οικογένειες, γιατί όσοι ασχολούνταν με την κτηνοτροφία, είχαν τα
κοπάδια τους στο βουνό και το χειμώνα τα κατέβαζαν στα χειμαδιά.
Ένας απ’ τους
λόγους αυτής τις προτίμησης ήταν και τα σπίτια, που ήταν
διώροφα λόγω
έλλειψης χώρου και στο ισόγειο ήταν οι αποθήκες και ο σταύλος και στο πάνω
πάτωμα έμενε η οικογένεια.
Τα αρνιά λοιπόν
βελάζανε πολύ και ενοχλούσαν, ενώ οι κατσίκες βέλαζαν λιγότερο. Άλλωστε τα
αρνιά προτιμούσαν την ελεύθερη βοσκή.
Τις κατσίκες λοιπόν
έπρεπε κάποιος να τις βοσκήσει και δυστυχώς οι
δουλειές τις
οικογένειας ήταν τόσες πολλές, που δεν πρόφταιναν.
Γιαυτό λοιπόν
υπήρχε ο Γιδάρης.
Τη δουλειά αυτή
αναλάμβανε ένας από τους κατοίκους του χωριού,
ύστερα από συνεννόηση
με τους ιδιοκτήτες των ζωντανών και ανάλογα
με τον αριθμό που
είχε το κάθε σπίτι καθοριζόταν και το τίμημα, το οποίο θα ήταν σε χρήμα ή σε
είδος. Οι ιδιοκτήτες ήταν υποχρεωμένοι να πηγαίνουν τα ζωντανά τους σε
συγκεκριμένο σημείο και σε ακριβή ώρα, αφού προηγουμένως τα είχαν αρμέξει.
Ο γιδάρης ή βοσκός,
τα έπαιρνε, τα οδηγούσε σε διάφορα σημεία που
υπήρχε βοσκή και το
απόγευμα τα γυρνούσε στο χωριό.
Η επιστροφή των
κατσικιών στο χωριό γινόταν πριν από τη δύση του
ήλιου. Αυτά χωρίς
καμιά ιδιαίτερη καθοδήγηση κατευθύνονταν από μόνα
τους στο σπίτι
τους, ενώ ο γιδάρης τα σαλάγαγε μέσα από τα στενά δρομάκια.
Γιδάρηδες ή
τσοπάνηδες διατέλεσαν κατά καιρούς οι:
Μακρής Δημήτριος
(Μπαΐρας)
Μακρής Χρήστος
(Καλιμπάς) και (Λατζόνης)
Παλαιολόγος
Κωνσταντίνος (Ντουλής)
Γιάννης Γιαννούκος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.